accessibility icon
Χρώμα
Κείμενο

Δασικές Πυρκαγιές

Η δασική πυρκαγιά ως φυσικός κίνδυνος

Η πυρκαγιά είναι ένα φυσικό καταστροφικό φαινόμενο, άρρηκτα συνδεδεμένο με την (αν)ισορροπία των περιβαλλοντικών οικοσυστημάτων. Ως πυρκαγιά νοείται κάθε είδος ανεξέλεγκτης φωτιάς που αναπτύσσεται επί κάποιου είδους καύσιμης ύλης και μπορεί να έχει ανεπιθύμητες ή και καταστροφικές συνέπειες. Ως γνωστόν, η φωτιά είναι ένα φυσικό φαινόμενο που οφείλεται στην καύση, μια χημική αντίδραση (συνήθως εξώθερμη οξειδοαναγωγική αντίδραση) μεταξύ ενός (τουλάχιστον) καυσίμου και ενός (τουλάχιστον) οξειδωτικού μέσου, συνήθως οξυγόνο, το οποίο συνοδεύεται από την έκλυση σημαντικού ποσού θερμότητας. Για να πραγματοποιηθεί όμως η ανάφλεξη (φωτιά από την καύση), απαιτείται και η προσφορά θερμότητας από εξωτερικές πηγές, οι οποίες ταυτίζονται με τα αίτια των πυρκαγιών. Κατά συνέπεια, η καύσιμη ύλη, το οξυγόνο και η θερμότητα αποτελούν το περίφημο «τρίγωνο της πυρκαγιάς». Σε κάθε δασική περιοχή, η μεγάλη συγκέντρωση καύσιμης οργανικής ύλης δημιουργεί ειδικές κρίσιμες συνθήκες, δηλαδή καθορισμένες οριακές τιμές του παραπάνω τριγώνου, οι οποίες όταν ξεπεραστούν, δημιουργείται ανάφλεξη και γίνεται εκκίνηση της πυρκαγιάς.

Μια πλούσια ορολογία για την κατηγοριοποίηση και τη διαχείριση των πυρκαγιών είναι διαθέσιμη, ωστόσο οι όροι δεν είναι πάντα ορθά διαχωρισμένοι μεταξύ τους. Αυτό δημιουργεί σοβαρά προβλήματα τόσο στην ανάπτυξη μεθοδολογιών, όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο, καθώς δεν υπάρχει μια ομαλή συνέχεια στην ανάλυση και επιλογή των εμπλεκόμενων παραγόντων. H πυρκαγιά μπορεί να εμφανιστεί με δύο όρους, αναλόγως αν είναι ή δεν είναι σε ανθρωπογενές περιβάλλον, «fire» και «wildland fire». Στον όρο «wildland fire» περιέχεται και ο όρος «forest fire (δασική πυρκαγιά)», που απευθύνεται αποκλειστικά σε δασικές εκτάσεις. Αν και οι τελευταίες (δασικές πυρκαγιές) είναι αρκετά όμοιες με τις πρώτες (wildland fires), συνήθως διαχωρίζονται από αυτές, γιατί οι δασικές πυρκαγιές έχουν αρκετά πιο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, η αντιμετώπισή τους είναι ιδιαίτερα δύσκολη και οι επιπτώσεις τους πιο δριμείες.

Οι δασικές πυρκαγιές είναι ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς της διατήρησης και της παραγωγικότητας των δασών. Κανένας άλλος παράγοντας δεν προκαλεί τόσο εκτεταμένες, τόσο ριζικές, αλλά και τόσο γρήγορες καταστροφές στο δασικό οικοσύστημα. Το αν οι αλλαγές αυτές οδηγούν στην οριστική καταστροφή των δασών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τη μεταπυριτική διαχείρισή τους από τον άνθρωπο. Τα μεσογειακά δάση είναι ιδιαίτερα επιρρεπή στις πυρκαγιές και, ιδιαίτερα η Ελλάδα εμφανίζει τις πιο καταστροφικές δασικές πυρκαγιές από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παρόλο που οι πυρκαγιές αποτελούν ένα φυσικό φαινόμενο, σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε στις μεσογειακές χώρες για το διάστημα 2006-2010, αποδείχθηκε ότι μόνο το 4,7% από τις πυρκαγιές με γνωστό αίτιο οφειλόταν σε φυσικό φαινόμενο. Το μεγαλύτερο ποσοστό (55,8%) οφειλόταν σε εσκεμμένη πράξη (εμπρησμό), ακολουθούμενο από την αμέλεια (33,5%) και το ατύχημα (6,1%). Ως εκ τούτου, ο άνθρωπος είναι ο κύριος υπεύθυνος για την πρόκληση των δασικών πυρκαγιών. Μάλιστα,  στις μεσογειακές χώρες, το ποσοστό ευθύνης του ανθρώπου υπερβαίνει το 90%. Οι κεραυνοί φέρουν ένα πολύ μικρότερο ποσοστό ευθύνης των πυρκαγιών στις μεσογειακές χώρες, ωστόσο οι φωτιές από κεραυνό μπορεί να αποβούν ιδιαίτερα επικίνδυνες, καθώς είναι πιθανό να προκληθούν σε δύσβατες τοποθεσίες όπου οι συνθήκες κατάσβεσης είναι ιδιαίτερα δύσκολες. Για το λόγο αυτό, οι καμένες εκτάσεις λόγω φωτιάς από κεραυνό μπορεί να είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Για παράδειγμα, περίπου το 80% των καμένων εκτάσεων στον Καναδά έχει προκληθεί από φωτιά που προήλθε από κεραυνό.

 

Παράγοντες που ευνοούν την έναρξη και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών

Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που επιδρούν στο φαινόμενο των δασικών πυρκαγιών, με διαφορετική, κάθε φορά, βαρύτητα ο καθένας. Οι κυριότεροι απ' αυτούς διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:

  • Μετεωρολογικοί παράγοντες: Περιλαμβάνουν την ηλιακή ακτινοβολία, την ατμοσφαιρική πίεση (κυρίως τις μεταβολές αυτής κατά τόπο και χρόνο, που συνδέονται άμεσα με τις καιρικές συνθήκες), τη θερμοκρασία αέρα (επηρεάζει την ταχύτητα του ανέμου, τη σχετική υγρασία του αέρα και την ξήρανση της καύσιμης ύλης) και τη θερμοκρασία επιφάνειας του εδάφους (επηρεάζει ιδιαίτερα την ποώδη βλάστηση του εδάφους). Ακολούθως, στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνεται η εξάτμιση, ως ο κυριότερος τρόπος μείωσης της περιεχόμενης υγρασίας στην καύσιμη ύλη, η σταθερότητα ή αστάθεια της ατμόσφαιρας, η οποία συνδέεται με τις κινήσεις των ρευμάτων των αερίων μαζών και, κατά συνέπεια, με την ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς και η σχετική υγρασία του αέρα, που επιδρά αντιστρόφως ανάλογα στην ανάφλεξη και επέκταση μιας πυρκαγιάς.

    Δύο επίσης σημαντικοί παράγοντες που επιδρούν στην έναρξη και την εξάπλωση μιας πυρκαγιάς είναι η βροχή και ο άνεμος. Χαρακτηριστικά, όπως η ποσότητα νερού που συγκεντρώνεται στο έδαφος, η διάρκεια των βροχοπτώσεων και η κατανομή τους κατά τη διάρκεια του έτους επηρεάζουν τη μεταφορά των υδρατμών της ατμόσφαιρας στο έδαφος και την αύξηση της περιεχόμενη υγρασίας στα καύσιμα υλικά. Στις περισσότερες περιπτώσεις δασικών πυρκαγιών, η περιεκτικότητα σε υγρασία της καύσιμης ύλης είναι ο κυριότερος παράγοντας εμφάνισης και έντασης της πυρκαγιάς. Όταν η περιεκτικότητα σε υγρασία είναι υψηλή, ο κίνδυνος έναρξης πυρκαγιάς είναι μικρός ή αμελητέος, καθώς απαιτείται σημαντική ενέργεια για την εξάτμιση του νερού. Αντίθετα, σε περιόδους με υψηλή θερμοκρασία, τα επίπεδα υγρασίας στη βιομάζα μειώνονται αισθητά και η πιθανότητα πυρκαγιάς και, μάλιστα, μεγάλης έντασης, αυξάνεται σημαντικά. Ο άνεμος ασκεί, επίσης, ιδιαίτερα σημαντική επίδραση στη δασική πυρκαγιά, γιατί προσδιορίζει αφενός τη διεύθυνση διάδοσής της και αφετέρου την ταχύτητα εξάπλωσής της. Αυτό συμβαίνει είτε άμεσα, με την τροφοδότηση οξυγόνου, είτε έμμεσα, με τη μείωση της υγρασίας. Ενδεικτικά, όταν η ταχύτητα του ανέμου αυξάνεται, η ταχύτητα εξάπλωσης της πυρκαγιάς αυξάνεται στο τετράγωνο. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η επίδραση του ανέμου κατά τη διάρκεια της επικίνδυνης -για ανάπτυξη πυρκαγιών- περιόδου, από το τέλος της άνοιξης έως τις αρχές φθινοπώρου περίπου (η λεγόμενη ξηροθερμική περίοδος) μελετάται ως προς συγκεκριμένα είδη ανέμων, όπως οι ετησίες (μελτέμια), ο λίβας, η θαλάσσια και απόγειος αύρα και η αύρα ορέων και κοιλάδων.

    Γενικά, οι δασικές πυρκαγιές εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από μετεωρολογικούς παράγοντες, γι’ αυτό και τα περισσότερα μοντέλα εκτιμούν τη συμπεριφορά της πυρκαγιάς βάσει κλιματικών μεταβλητών.

  • Τοπογραφικοί παράγοντες: Περιλαμβάνουν το υψόμετρο (το οποίο επιδρά στην ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας και στη θερμοκρασία και σχετική υγρασία του αέρα) και τον προσανατολισμό της περιοχής/των πρανών (ο οποίος επιδρά στην περιεχόμενη στα καύσιμα υγρασία, λόγω της ποσότητας και της έντασης της ηλιακής ακτινοβολίας σε κάθε περιοχή). Ο κυριότερος παράγοντας είναι η τοπογραφική διαμόρφωση (ανάγλυφο), που ασκεί σημαντική επίδραση, κυρίως στις ορεινές περιοχές, στην εξάπλωση της πυρκαγιάς. Η κλίση του εδάφους, μάλιστα, επιδρά αυξητικά στην ταχύτητα εξάπλωσης, όπως και ο άνεμος, καθώς η φωτιά κινείται με μεγαλύτερη ταχύτητα σε ανοδική κλίση και με μικρότερη ταχύτητα σε κατηφορική. Με τον ίδιο τρόπο, η διαμόρφωση του εδάφους (χαράδρες, διάσελα, κορυφογραμμές, κλπ.) μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ταχύτητα του ανέμου σε τοπική κλίμακα.
  • Βλάστηση: Παράγοντες, όπως οι συνθήκες της βλάστησης (στάδιο ανάπτυξης της βλάστησης ανά εποχή ή περιοχή) και η περιεκτικότητα σε υγρασία της καύσιμης ύλης, μαζί με το ρυθμό αποβολής της (που διαφέρει ανά κατηγορία φυτικής ύλης και επηρεάζεται από το πάχος της), παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των πυρκαγιών. Επίσης, το είδος της βλάστησης, ανάλογα με το μέγεθος της ευφλεκτότητας που παρουσιάζει, παίζει σημαντικό ρόλο τόσο κατά τη διάρκεια του φαινομένου, όσο και κατά το στάδιο της πρόληψης (επιλογή των καταλληλότερων προς αναδάσωση ειδών).

 

Συνέπειες των δασικών πυρκαγιών

Οι συνέπειες των δασικών πυρκαγιών μπορούν να αποβούν ιδιαίτερα καταστροφικές, με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, την οικολογία, την οικονομία και την κοινωνία. Οι ζημιές από τις δασικές πυρκαγιές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες. Άμεσες είναι αυτές που συνδέονται με τη μερική ή ολική καταστροφή του ξυλώδους κεφαλαίου και εμπεριέχουν τις απώλειες των δασικών προϊόντων (πχ. ρητίνης) και της βλάστησης των βοσκοτόπων. Επίσης, περιλαμβάνονται σε αυτές οι ζημιές που προκαλούνται σε γεωργικές καλλιέργειες, βιομηχανικές και βιοτεχνικές εγκαταστάσεις, κτηνοτροφικές-μελισσοκομικές εγκαταστάσεις, κατοικίες ή άλλες μονάδες από τη διάδοση της φωτιάς. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας από τους καπνούς των δασικών πυρκαγιών που μολύνουν την ατμόσφαιρα. Οι έμμεσες ζημιές διακρίνονται στις παρακάτω κατηγορίες:

  • Οικολογικές: Μία δασική πυρκαγιά προκαλεί σοβαρή διαταραχή του δασικού οικοσυστήματος, καθώς αλλοιώνει το επίπεδο ισορροπίας της βιοκοινότητας. Συντελείται έτσι εγκατάσταση ειδών μικρότερης οικολογικής αξίας, ενώ καταστρέφεται και η βιοποικιλότητα.
  • Υδρολογικές: Η καταστροφή της οργανικής ύλης του εδάφους (χούμου) ελαττώνει τη διαπερατότητά του. Έτσι, περισσότερο νερό απορρέει επί του εδάφους, παρασύροντάς τμήματα αυτού και προκαλώντας με τον τρόπο αυτό πλημμύρες και αποθέσεις φερτών υλικών σε κατοικημένες περιοχές.
  • Υπερβόσκηση: Η καταστροφή των βοσκοτόπων λόγω πυρκαγιάς οδηγεί σε συνωστισμό των κοπαδιών σε άλλες περιοχές με βλάστηση, με αποτέλεσμα την πρόκληση ζημιών, την υπερβόσκηση, την υποβάθμιση ή καταστροφή των νέων βοσκοτόπων.
  • Απώλεια θέσεων εργασίας, πχ. των δασεργατών και ρητινοσυλλεκτών
  • Απώλεια της πολιτιστικής, αισθητικής και τουριστικής αξίας του δάσους
  • Επιπτώσεις στην υγεία: Τα δάση είναι η κύρια πηγή οξυγόνου του πλανήτη, την ίδια στιγμή που φιλτράρουν το μολυσμένο αέρα, κατακρατώντας τους ρύπους.
  • Κοινωνικοοικονομικό κόστος, που προκύπτει από την ανάγκη διάθεσης οικονομικών πόρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος των δασικών πυρκαγιών.

 

Το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα

Τις τελευταίες δεκαετίες, ο κυριότερος παράγοντας που, συνολικά, έχει διαταράξει τη φυσική ισορροπία του ελληνικού χώρου είναι οι εκτεταμένες δασικές πυρκαγιές. Κατά τα τελευταία 100 χρόνια, το ποσοστό δασοκάλυψης έχει μειωθεί σε λιγότερο από το μισό. Ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών, ενώ παρέμενε σχεδόν σταθερός έως  το 1975 (με περίπου 700 περιστατικά ανά έτος), τα επόμενα 20 χρόνια παρουσίασε αυξητική τάση, σημειώνοντας αρκετές χιλιάδες περιστατικά. Από το 1998 ως το 2006, μετά τη μεταφορά της ευθύνης δασοπυρόσβεσης από τη Δασική Υπηρεσία στο Πυροσβεστικό Σώμα (ΠΣ), τα μεγέθη παρουσίασαν και πάλι σχετική σταθερότητα. Ειδικότερα, μετά από δύο δεκαετίες με αυξητική τάση (1980-2000), κατά τη διάρκεια των οποίων εξαφανίστηκαν -κατά μέσο όρο- εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δασικής και αγροτοδασικής έκτασης, η κατάσταση άρχισε να σταθεροποιείται και να βελτιώνεται. Ενδεικτικά, το 2006 ήταν η έκτη συνεχόμενη χρονιά με έκταση καμένων δασικών εκτάσεων στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 50-ετίας (30.000-100.000 στρ.).

Οι καταστροφές, όμως, που σημειώθηκαν από τις πυρκαγιές του 2007 και έπειτα, με αποκορύφωμα την πρωτοφανή φετινή τραγωδία στις περιοχές της Αττικής, με απολογισμό 96 -μέχρι σήμερα- ανθρώπινων θυμάτων και μεγάλης έκτασης ζημιές στο φυσικό περιβάλλον, σε δομές, υποδομές και περιουσίες πολιτών, έχουν τοποθετήσει το ζήτημα των δασικών πυρκαγιών στην κορυφή της λίστας των φυσικών καταστροφών στη χώρα. Η εθνική, περιβαλλοντική και οικονομική ζημιά που έχουν προκαλέσει οι δασικές πυρκαγιές είναι ανυπολόγιστη και η ανάγκη χάραξης εθνικής στρατηγικής για την προστασία από τον κίνδυνο αυτό είναι πιο επίκαιρη από ποτέ.

 

Επίδραση κλιματικής αλλαγής στην εμφάνιση του κινδύνου των δασικών πυρκαγιών

Η επιστημονική κοινότητα συγκλίνει στο ότι, παρά τις διαφοροποιήσεις ανά περιοχή και περίοδο, η σχετική με τις δασικές πυρκαγιές δραστηριότητα έχει ήδη αυξηθεί και αναμένεται να αυξηθεί έτι περαιτέρω λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερες, σε διάρκεια, περιόδους ξηρασίας. Αποτέλεσμα αυτού είναι η μείωση της υγρασίας της καύσιμης ύλης και, κατά συνέπεια, η αύξηση του κινδύνου εμφάνισης πυρκαγιών, αλλά και της έντασης και διάδοσής τους. Μελέτες έχουν αποδείξει αύξηση του μελλοντικού κινδύνου πυρκαγιάς σε τρεις συνιστώσες: αύξηση των ετών με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς, αύξηση των περιόδων εντός έτους με αυξημένο κίνδυνο πυρκαγιάς και επιδείνωση των ακραίων φαινομένων. Παράλληλα, τα μοτίβα δραστηριότητας των πυρκαγιών αναμένεται να τροποποιηθούν και αυτά, με πολλές από τις πιο έντονες πυρκαγιές να τείνουν να σημειώνονται σε λίγες, κρίσιμες μέρες «ακραίου καιρού πυρκαγιάς (extreme fire weather)».

Επίσης σχετικές έρευνες έχουν καταλήξει στο ότι ο κίνδυνος πυρκαγιάς θα εμφανίσει σταδιακή αύξηση στη μεσογειακή ζώνη, ότι οι περιοχές με ιστορικά χαμηλή επικινδυνότητα σε πυρκαγιές είναι οι πιο ευάλωτες στις μεταβολές λόγω κλιματικής αλλαγής και ότι για κάθε βαθμιαία αύξηση της θερμοκρασίας, η βροχόπτωση πρέπει να αυξηθεί περισσότερο από 15% για να αποτρέψει την ξήρανση λόγω της θερμοκρασίας και, κατά συνέπεια, την επικινδυνότητα εμφάνισης πυρκαγιών.

Περισσότερες πληροφορίες για τη συγκεκριμένη ενότητα είναι διαθέσιμες στα Παραδοτέα ΠΕ1 (Π1.1) και ΠΕ5 (Π5.1 και Π5.2) του έργου.